Rolling in the Alps

Rolling in the Alpes – PLAN B

Την περασμένη Άνοιξη έξι φίλοι βιώνουν μια διαφορετική εμπειρία στην καρδιά των Άλπεων. Ένα μοναδικό ταξίδι γεμάτο “ups and downs”, με μεγαλύτερο στοίχημα την μετατροπή της αποτυχίας σε μια ευκαιρία για ένα νέο πολλά υποσχόμενο σενάριο.

Μια παρέα αποτελούμενη από πέντε ετερόκλητους τύπους που το κοινό τους πάθος για την χιονοδρομία και τα μακρινά ταξίδια τους έφερε κοντά. Έχοντας περάσει το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής τους στα βουνά ο Γιάννης Κοτιλέας απόφοιτος ΤΕΦΑΑ, Managing Directorτης WayΟut Adventures, εκπαιδευτής χιονοδρομίας, προπονητής Ορειβατικού Σκι ΓΓΑ , ο Μήτσος Κωστογιάννης, ο Θωμάς Καραγιώργος απόφοιτοι ΤΕΦΑΑ και εκπαιδευτές χιονοδρομίας μαζί με τους Θωμά Πατίκα, αξιωματικό της πολεμικής αεροπορίας, δεινό σκιέρ και ιστιοπλόο και τον Κλεομένη Κουφαλιώτη, φωτογράφο, κινηματογραφιστή αλλά και γνήσιο ανερχόμενο Adventure man (Νταρτανιάν), αναζητούν νέες προκλήσεις που θα τους φέρουν πιο κοντά σε μια μοναδική αίσθηση ελευθερίας, που μόνο στο ορειβατικό σκι έχουνε βρει.

Αυτό είναι για εμάς το ορειβατικό σκι, η συνύπαρξη τεχνικής, αντοχής και τόλμης σε μια δραστηριότητα που μας θυμίζει πως η ζωή είναι ωραία εκεί έξω. Με στόχο την αναζήτηση όμορφων αναβάσεων και καταβάσεων ξεκινάμε τον περασμένο Απρίλιο με προορισμό την οροσειρά των Άλπεων . Εκεί μας περιμένει ο Μπάμπης Μαρινίδης. Ο Μπάμπης μοιράζει τον χρόνο του ανάμεσα στα ελληνικά βουνά και στις κορυφές των Άλπεων, εργαζόμενος σαν οδηγός βουνού, πιστοποιημένος από τον διεθνή οργανισμό UIAGM.

Η κινητήριος δύναμη που μας ώθησε να αφήσουμε τον ελληνικό ανοιξιάτικο ήλιο δεν ήταν άλλη από την ολοκλήρωση της διαδρομής Haute Route. Μια διαδρομή ορόσημο στην ιστορίατων Αλπικών διασχίσεων.

 

Η διαδρομή σχεδιάστηκε για πρώτη φορά ως καλοκαιρινή ορειβατική διάσχιση από μέλη του English Alpine Club στα μέσα του 19ου αιώνα στο Zermatt, το σπίτι του Matterhorn. Αρχικά ονομάστηκε "The High Level Route" από τα μέλη της λέσχης, ο όρος μεταφράστηκε στα γαλλικά όταν ολοκληρώθηκε για πρώτη φορά με επιτυχία με ορειβατικά σκι το 1911.

Η Haute Route είναι ίσως ο πιο διάσημος και πολυπόθητος γύρος σκι στον κόσμο. Χρησιμοποιώντας καταφύγια σε μεγάλα υψόμετρα όπου επιτρέπουν στους σκιέρ να παραμείνουν ψηλά και να καλύπτουν σημαντικές αποστάσεις, διασχίζει τις υψηλότερες καιπιο εντυπωσιακές κορυφές των Άλπεων από το Mont Blanc έως το Matterhorn. Απαιτεί καλό καιρό, ευνοϊκές συνθήκες χιονιού και ισχυρή προσπάθεια για να ολοκληρωθεί αυτή η επταήμερη γραμμή. Εξαιτίας αυτού, περίπου οι μισοί από τους σκιέρ που ξεκινούν την περιοδεία δεν ολοκληρώνουν.

 

Ένα project που βρισκόταν πολύ καιρό στο bucket list της ομάδας και είχαμε επιχειρήσει και το 2023 αλλά είχαμε εγκαταλείψει λόγω δυσμενών συνθηκών και αυξημένου κινδύνου χιονοστιβάδων. Τότε καθώς είχαμε μπει στην τρίτη ημέρα της διάσχισης αποφασίσαμε να εγκαταλείψουμε στο καταφύγιο Valsorey στην Ελβετία σε υψόμετρο 3.037μ καθώς ήταν αδύνατον να κάνουμε το πέρασμα του Grand Combin. Τα σημάδια του καιρού και οι έντονες χιονοπτώσεις διαμήνυαν ραγδαία επιδείνωση της σταθερότητας των στρώσεων του χιονιού. Έτσι λοιπόν αποχαιρετίσαμε αυτή την μοναδική διαδρομή χωρίς να την ολοκληρώσουμε καθώς τα βουνά είχαν άλλα σχέδια.

Δεν είναι πολύ εύκολο να εγκαταλείψεις την προσπάθεια. Παρασύρεσαι από τον στόχο, μαγεύεσαι από το μοναδικό τοπίο, γλυκαίνεσαι από την ικανοποίηση που σου δίνει το τέλος της κάθε ημέρας μετά από πολλές ώρες έντονη προσπάθειας. Η απόφαση μας να επιστρέψουμε επιβεβαιώθηκε με τον χειρότερο τρόπο, καθώς 3 σκιέρ χάνουν την ζωή τους τις επόμενες μέρες στην προσπάθεια τους να κάνουν το επόμενο πέρασμα.

Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

«Και αν νικηθήκαμε δεν ήταν απ’ την τύχη ή τις αντιξοότητες, αλλά απ’ το πάθος μας για κάτι πιο μακρινό»   Τ. Λειβαδίτης

Να μαστέ πάλι εδώ! Έναν χρόνο μετά, 16 Απριλίου 2024 βρισκόμαστε στο καθιερωμένο σημείο συνάντησης και αφετηρίας των Αλπικών διασχίσεων, το Chamonix της Γαλλίας, στη βάση του όρους Mont Blanc, στο ξενοδοχείο Plan B! Ήμασταν όλοι μαζεμένοι στο δωμάτιο, γεμάτοι ενέργεια και ανυπομονησία. Περάσαμε όλο το απόγευμα κάνοντας πλάκες μεταξύ μας, ετοιμάζοντας τα πράγματά μας και συζητώντας για το αν θα αφήσουμε όλοι μουστάκι, όπως είχαμε συμφωνήσει από πριν. Δεν ξέρω ακόμα γιατί το αποφασίσαμε αυτό, αλλά τελικά το κάναμε. Το μουστάκι, με έναν παράξενο τρόπο, μας έφερε πιο κοντά. Ίσως γιατί ήταν μια μικρή απόφαση που μας έκανε να νοιώθουμε ομάδα, έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε την περιπέτεια μαζί.

Το επόμενο πρωί μας βρίσκει καθ’ όλα έτοιμους με ανεβασμένη διάθεση και τα σακίδια στην πλάτη γεμάτα με τον απαραίτητο εξοπλισμό και υπερχειλίζουσα ενέργεια για την διάσχιση. Τα χαμόγελα όμως σύντομα σβήνουν όταν ανακαλύπτουμε ότι ο καιρός έχει άλλα σχέδια για δεύτερη συνεχή χρονιά. Στη σάλα του πρωινού μας περίμενε ήδη ο Μπάμπης, ο οδηγός μας. Ο Μπάμπης δεν είναι ένα απλό μέλος της ομάδας, είναι κάτι σαν «καπετάνιος» για κάθε μακρινό μας ταξίδι. Εξαιρετικός γνώστης των βουνών, έχοντας κάνει τις Άλπεις σπίτι του, έχει μια ικανότητα να διαβάζει τις συνθήκες και να παίρνει δύσκολες αποφάσεις.

Διαψεύδοντας τις προγνώσεις βελτίωσης, μας επισκέπτεται ένα από τα σφοδρότερα κύματα κακοκαιρίας μιας κατά τα άλλα από τις πιο άνυδρες χειμερινές περιόδους. Για μια ακόμα φορά θα πρέπει να εγκαταλείψουμε το σχέδιο μας. Την αρχική μας απογοήτευση θα διαδεχθεί σύντομα η δίψα μας για ανακάλυψη και η δύναμη που μια τέτοια στιγμή γεννά. Η ατυχία μετατράπηκε σε μια ευκαιρία για κάτι μεγαλύτερο. Το Plan B δεν ήταν πλέον μόνο το όνομα ενός ξενοδοχείο που όριζε την άνεση και το σημείο εκκίνησης, αλλά ο τίτλος της επόμενης μας πρόκλησης. Συζητήσαμε για το πού μπορούμε να πάμε, ποιες διαδρομές είναι ασφαλείς, πώς αναμένεται να εξελιχθεί ο καιρός καθώς και για τον κίνδυνο για χιονοστιβάδες.

 

Η κουβέντα μας οδήγησε στο Grand Paradiso. Ένα βουνό που απέχει από τους υπόλοιπους ορεινούς όγκους, με μια διαδρομή που υπόσχεται πολλά. Θυμάμαι τον Θωμά να φωτίζεται με το που άκουσε το όνομα. Το πρόσωπό του έλαμψε – σαν να του είχαμε μόλις ανακοινώσει το ταξίδι των ονείρων του. Είχε διαβάσει για το Grand Paradiso παλιότερα και είχε ήδη αγαπήσει την ιδέα. Η υψηλότερη κορυφή της Ιταλίας, στην κοιλάδα της Aosta, κοντά στα σύνορα με την Ελβετία. Με ύψος 4.061 μέτρα, οι εκπληκτικές του διαδρομές, οι παγετώνες, η άγρια ζωή και το καθηλωτικό τοπίο, το καθιστούν μια από τις πιο δημοφιλείς επιλογές. Η πρώτη ανάβαση στο Gran Paradiso έγινε το 1860 από τον John Cowell.

Η απόφαση είχε παρθεί. Όλη η ομάδα μαζεύτηκε, κατεβήκαμε στο λεωφορείο, και ξεκινήσαμε για την Aosta, μια μικρή πόλη περίπου δύο ώρες μακρυά. Στόχος μας να ολοκληρώσουμε κάποιες από τις πιο διάσημες αναβάσεις και καταβάσεις στα σύνορα Ιταλίας – Γαλλίας και Ελβετίας, διαγράφοντας μια κυκλική διαδρομή υψηλών απαιτήσεων.

 

ΜΕΡΑ 1η

Το σύστημα του καιρού ερχόταν από τα βορειοδυτικά με αποτέλεσμα να φορτώσει με χιόνι τα βουνά γύρω από το Chamonix χωρίς όμως να έχει σοβαρές επιπτώσεις προς την Ιταλική πλευρά απ’ όπου και θα ξεκινούσαμε.

Τα σακίδια μας περιέχουν τον απαραίτητο εξοπλισμό για το παγωμένο πεδίο με περάσματα από crevasses αλλά και πολύωρο περπάτημα στο χώμα. Προσεγγίζουμε την διαδρομή με τα σκι φορτωμένα στην πλάτη από το χωριό Pont . Το βουνό υψώνεται πελώριο,  και το βάρος επηρεάζει το ηθικό μας την πρώτη ώρα. Μια περίεργη σιωπή μας συνοδεύει σε κάθε βήμα, σελίγο συνηθίζεις.  Κάποιες φιλοσοφικές συζητήσεις ξεκινούν.. Η δική μου στρατηγική είναι κυρίως να ρωτάω και στη συνέχεια να ακούω τους άλλους αποφεύγοντας με αυτόν τον τρόπο το λαχάνιασμα αλλά και παίρνοντας τροφή για σκέψη για τις επόμενες μοναχικές ώρες της ανάβασης. Λίγο αργότερα σε ένα όμορφο διάσελο η γραμμή του χιονιού μας καλωσορίζει. Είναι το σημείο που ξεφορτώνεις τα σκι και παίρνεις θάρρος καθώς ελαφραίνει το φορτίο, λίγο νερό, δυο δαγκωνιές από ένα σνακ και η ανάβαση συνεχίζεται. Το βλέμμα σταδιακά χάνεται στο λευκό. Φτάνοντας στο οροπέδιο κάτω από το Grand Paradiso, αντικρίσαμε το μεγαλείο του βουνού. Η κορυφή, κρυμμένη στα σύννεφα, μας έκανε το χατίρι πού και πού να φανεί, αφήνοντάς μας να εκτιμήσουμε την απόσταση που μας χώριζε από αυτή. Μια στιγμή γεμάτη δέος και προσμονή για το τι θα ακολουθήσει.

 

Μετά από αρκετές ώρες πορείας, φτάσαμε στο υψηλότερο σημείο της διαδρομής μας, περίπου στα 3.000 μέτρα. Από εκεί, σκιάρουμε με φόντο τους γιγάντιους ορεινούς όγκους  για να φτάσουμε στο καταφύγιο Chabod, που ήταν το σημείο ανάπαυσής μας για το βράδυ. Εκεί μας περίμεναν τα τελευταία έξι κρεββάτια. Το Chabod αποτέλεσε την βάση για την τελική μας ανάβαση εως τα 4000μ. Bρίσκεται στην Ιταλική πλευρά του Monte Rosa, στην κοιλάδα Valtournenche, σε υψόμετρο περίπου 2.750 μέτρων. Καταφύγιο για μας τους ορεσίβιους σημαίνει σπίτι και επιβίωση.

Η κατασκευή καταφυγίων στις Άλπεις χρονολογείται από την αρχαιότητα, όταν οι ρωμαϊκοί δρόμοι οδηγούσαν στα ορεινά περάσματα. Στον Μεσαίωνα, ανεγέρθηκαν νοσοκομεία κατά μήκος των εμπορικών οδών, εξοχικές κατοικίες και υπόστεγα στα ψηλά ορεινά βοσκοτόπια που εξυπηρετoύσαντις μετακινήσεις των Άλπεων. Η μακρά ιστορία της ορειβασίας από τον 19ο αιώνα και μετά οδήγησε σε μεγάλο αριθμό κατασκευής καταφυγίων των αλπικών συλλόγων καθώς και ιδιωτικών, κατά μήκος των ορειβατικών μονοπατιών. Στη σύγχρονη εποχή η κατασκευή τους πραγματοποιείται με ελικόπτερα.

 

 

ΜΕΡΑ 2η

Το ξημέρωμα της επόμενης ημέρας μας βρίσκει αποφασισμένους για την κορυφή παρά τα εμφανή σημάδια της δυσκολίας. Σε πείσμα των καιρικών συνθηκών ξεκινάμε μια πολύωρη ανάβαση. Η διαδρομή μας περνούσε μέσα από μεγάλα sérac (τεράστιους παγετωνικούςόγκους). Οι φώκιες στα πέδιλα των σκι έκαναν τον χαρακτηριστικό θόρυβο που μας συνοδεύει καθώς γλιστρούσαν πάνω στον πάγο. Φτάσαμε τόσο κοντά στην κορυφή που μπορούσαμε σχεδόν να την νοιώσουμε. Ήμασταν περίπου 50 μέτρα χαμηλότερα, αλλά εκεί ο ρυθμός μας είχε γίνει πλέον απελπιστικά αργός. Οι σωματικές αντοχές είχαν πέσει μαζί με την θερμοκρασία η οποία είχε φτάσει τους – 30° C.  Η απόφαση να γυρίσουμε πίσω ήταν δύσκολη και για πολλούς από εμάς πικρή. Φτάσαμε μέχρι το σημείο που όλες οι άλλες αποστολές είχαν ήδη εγκαταλείψει, αλλά είπαμε να το προσπαθήσουμε λίγο ακόμα. Τελικά, όμως, η κορυφή έμεινε απρόσιτη και για εμάς. Με διάχυτη την απογοήτευση στην ομάδα λίγα μέτρα πριν τον στόχο μας, η πιο δύσκολη απόφαση πρέπει να παρθεί, «Mission abort and Εnjoy the ride».  Το σώμα δυσκολεύεται να ακολουθήσει και το ένστικτο σου υπενθυμίζει ότι «Τεχνική είναι αυτό που μένει όταν πια ξεχάσεις τα πάντα».

Έτσι σκιάρουμε στην κοιλάδα, το σκι είναι απίστευτο: οι πούδρες μας αποζημιώνουν, μια θέα που κόβει την ανάσα και η αίσθηση του οξυγόνου να γεμίζει τα πνευμόνια μας όσο χάνουμε υψόμετρο. Είναι δύσκολο να περιγράψει κανείς την γεύση της αποτυχίας που σου αφήνει μια ημιτελής ανάβαση αλλά και την επιμονή του ανθρώπου να αγγίξει τον στόχο του.Το ηθικό μας έχει πέσει αλλά είμαστε αποφασισμένοι να ανέβουμε ξανά και άμεσα, η ευελιξία άλλωστε αποτελεί βασικό συστατικό επιβίωσης στο βουνό.

ΜΕΡΑ 3η

Την επόμενη μέρα ξεκινάμε για την πόλη Cervinia της Ιταλίας. Ένα πρώην σύνολο από βοσκοτόπια που στην δεκαετία του 1850 με την ανάπτυξη του Αλπινισμού βρίσκεται στο σταυροδρόμι των σημαντικότερων διασχίσεων και εξελίσσεται σε κέντρο εξορμήσεων στις γύρω κορυφές.

Από εκεί αναχωρούμε με το τελεφερίκ με σκοπό να προσεγγίσουμε το καταφύγιο Guide delCervino στην τοποθεσία Testa Grigia. Το καταφύγιο ήταν ένα παλιό, ξύλινο κτίριο χτισμένο σε μια ράχη. Στη δεξιά του πλευρά απλώνεται ένας γκρεμός 500 μέτρων, ενώ αριστερά του ένα παγετώνας, θαμμένος κάτω από το χιόνι. Η περιοχή γύρω από το καταφύγιο είναι πολύ γνωστή λόγω της σύνδεσης με το Theodul Pass, το οποίο είναι ένα από τα πιο σημαντικά ιστορικά περάσματα των Άλπεων και συνδέει την Ελβετία με την Ιταλία. Το Zermatt είναι αναγνωρισμένο ως ένας από τους κορυφαίους προορισμούς για σκι και σνόουμπορντ στην Ευρώπη. Η περιοχή διαθέτει πάνω από 360 χιλιόμετρα πίστες και συνδέεται με την Cervinia στην Ιταλία, σχηματίζοντας μία από τις μεγαλύτερες περιοχές σκι στον κόσμο.

Μέσα μας υποδέχτηκε ένας τύπος ξεχασμένος από την ζωή – ο οικοδεσπότης μας για τη βραδιά. Δεν είχε περάσει πολύ ώρα από τη στιγμή που ήμασταν στο ξενοδοχείο μας, στα 300 μέτρα υψόμετρο, και ξαφνικά βρεθήκαμε στα 3.480. Το υψόμετρο άρχισε γρήγορα να κάνει αισθητή την παρουσία του.

Η ομάδα άρχισε να νιώθει σαν να βρισκόταν πάνω σε καράβι. Λιγότερο επηρεασμένος άρχισα να φωνάζω: «Σε πειρατικό καράβι ήρθαμε, ρε καπετάνιο!!». Έτσι και αλλιώς τοκαταφύγιο δεν είχε άλλο κόσμο μέσα, λόγω του κακού καιρού είχαν όλοι ακυρώσει. Η κατάσταση μας φαινόταν αρκετά σουρεαλιστική, ίσως λόγω της κούρασης, ίσως λόγω του αραιού αέρα.

Το μεσημέρι φορέσαμε τα backpack με τα απαραίτητα και ξεκινήσαμε για τον στόχο της ημέρας: το Breithorn, που μεταξύ μας αποκαλούσαμε αστειευόμενοι “το Matterhorn του φτωχού”, είχαμε να καλύψουμε μια υψομετρική διαφορά 700μ.

Το Breithorn είναι μια επιβλητική κορυφή που ανήκει στο ορεινό συγκρότημα του Monte Rosa, το οποίο εκτείνεται στο σύνορο Ελβετίας-Ιταλίας. Η κορυφή του Breithorn έχει ύψος 4.164 μέτρα και είναι ιδιαίτερα δημοφιλής.

Η πολύχρωμη παρέα μας έχει πάρει πάλι την ανηφοριά με το σχήμα του καιρού να είναι αυτή τη φορά στο πλευρό μας και να δίνει μαγικές δυνάμεις στα ορειβατικά μας σκι, κάτι σαν τα σούπερ όπλα των αγαπημένων μας καρτούν. Η αντίθεση με την προηγούμενη μέρα ήταν τεράστια. Μετά τους -40°C και τους δυνατούς ανέμους, οι -10°C και η άπνοια έμοιαζαν με καλοκαίρι. Ο ρυθμός μας ήταν πολύ καλός, και με το summit fever να ανεβαίνει, πλησιάζαμε σιγά σιγά προς την κορυφή.

Περισσό πείσμα και ανυπομονησία μας συνοδεύουν για την κορυφή. Όλα δείχνουν ότι αυτή τη φορά θα τα καταφέρουμε. Η ανάβαση είναι μοναχική και μοιάζει να εκτείνεται στο άπειρο. Η αργοπορημένη εκκίνησή μας είχε ένα αναπάντεχα θετικό αποτέλεσμα: το βουνό ήταν άδειο από άλλες αποστολές, κάτι σπάνιο για την περιοχή. Καθώς πλησιάζαμε στα τελευταία μέτρα, ο παγετώνας άρχισε να μας ταλαιπωρεί. Τα μαχαίρια στα σκι μας έκαναν ό,τι μπορούσαν, αλλά ακόμα κι έτσι μερικά σημεία ήταν δύσκολα, κάπου εκεί μπήκαν και τα κραμπόν. Έπειτα από περίπου τέσσερις ώρες από την αρχή της πορείας μας, φτάσαμε στην κορυφή του Breithorn.

Η στιγμή που κοιτάς την κορυφή λίγα μόλις μέτρα πριν φτάσεις δημιουργεί μια καρτ ποστάλσυναισθημάτων. Έξι επίμονοι τύποι ανάμεσα στις πιο διάσημες χιονισμένες κορυφογραμμές των Άλπεων με γεμάτα τα σακίδια μας από ικανοποίηση, και μια «αβάσταχτη ελαφρότητα»που έχουμε μόλις λίγα λεπτά για να απολαύσουμε πριν πάρουμε τον δρόμο της επιστροφής.Σε αντίθεση με την κλασσική ορειβασία, όπου η χαρά κορυφώνεται στη στιγμή της κορυφής και τελειώνει εκεί, το ορειβατικό σκι προσφέρει κάτι μοναδικό: η απόλαυση επισφραγίζεταιστην κατάβαση. Για εμάς, η ιδέα είναι ξεκάθαρη – ανεβαίνουμε βουνά για να χαρούμε την κατάβασή τους. Και αυτό ακριβώς κάναμε!

Η κατάβαση ήταν μαγευτική, γεμάτη ευφορία. Επιστρέφουμε στο καταφύγιο του Testa Grigiaέχοντας αντιμετωπίσει την κούραση και τις επιπτώσεις του υψομέτρου. Η καλύτερη επιβράβευση, ένα τραπέζι με όμορφη παρέα, γέλια και γεμάτο με ότι πιο νόστιμο έχεις δοκιμάσει ποτέ!

ΜΕΡΑ 4η

Την επόμενη μέρα σκιάρουμε την κοιλάδα Champoluc, το απόλυτο freeride πέραν τουσυνηθισμένου, ανάμεσα σε πανέμορφα βράχια δεξιά και αριστερά μας. Τα αγριόγιδα μας κοιτούν και τρέχουν μακριά με φαντασμαγορικό τρόπο, σαν να είμαστε επισκέπτες σε έναν άλλο κόσμο.

Διανύσαμε μεγάλη απόσταση και τελικά φτάσαμε σε ένα χωριό ξεχασμένο από τον χρόνο, που έμοιαζε να έχει μείνει πίσω πολλούς χειμώνες τώρα. Σ’ ένα ιταλικό μικρό bistro πλάι στο ποτάμι σβήνουμε την κούραση μας στο πανέμορφο και γραφικό χωριό St Jacques και από κείπίσω στο Courmayeur όπου μας φιλοξενεί για την νύχτα ένας φίλος του Μπάμπη. Ο καιρός γλυκαίνει, ξαστεριά και δεν κρατιόμαστε για την τελευταία μέρα.

 

ΜΕΡΑ 5η

Ο επίλογος του ταξιδιού αυτού αποφασίσαμε να γραφτεί στη Vallée Blanche, ελληνιστί η Λευκή κοιλάδα. Απόφαση κλειδί, η επιλογή του Μπάμπη να προσεγγίσουμε την κοιλάδα από το Pointe Helbronner (3,462 m).

Η κορυφή, που ήταν ένα απλό γεωδαιτικό σημείο αναφοράς, πήρε το όνομά της από τον PaulHelbronner, έναν Γάλλο πολυτεχνίτη, αλπινιστή και γεωδαισίτη που πρωτοστάτησε στη χαρτογράφηση των γαλλικών Άλπεων.

 

Εξυπηρετείται στην ιταλική πλευρά από το Skyway Monte Bianco, ένα τελεφερίκ από το LaPalud, ένα χωριό 2,5 χιλιόμετρα βόρεια της πόλης Courmayeur στην κοιλάδα της Αόστα, απ’ όπου και ξεκινήσαμε. Λόγω αυτής της απόφασης βρισκόμαστε νωρίς το πρωί στην κοιλάδα μόνοι μας, κάτι εξαιρετικά σπάνιο, μιας και είναι από τις δημοφιλέστερες περιοχές freeride skiτων Άλπεων.

 

 

Ο Τόλκιν, μάλλον δεν ήταν αλπινιστής αλλά τα τοπία από τον άρχοντα των δαχτυλιδιών κρύβουν κάτι από την μαγεία αυτής της κοιλάδας. Η κατάβαση της Vallée Blanche είναι μια από τις πιο θρυλικές εμπειρίες freeride παγκοσμίως, συνδυάζοντας την αίσθηση της ελευθερίας με τη σφοδρότητα του φυσικού κόσμου. Εκτός από τις προκλήσεις της κατάβασης, η Vallée Blanche προσφέρει απίστευτη θέα στο Dent du Géant (το δόντι του Γίγαντα) και των γύρω κορυφών. Μια μοναδική εμπειρία απόλυτης ελευθερίας και σύνδεσης με τη φύση, σε ένα από τα πιο εντυπωσιακά τοπία της Γαλλίας. Μια διαδρομή που ξεκινά στα 3.500 μέτρα και κατεβαίνει μέχρι το χωριό του Chamonix, διασχίζοντας αχανείς παγετώνες και θεαματικούς βουνίσιους όγκους, ένα μοναδικό τοπίο άξιο επίσκεψης από κάθε αλπινιστή.

Γλιστράμε μέσα στο απόλυτο λευκό, σαν να μην υπάρχει κάτι πριν ή μετά, μόνο το εδώ και το τώρα. Έχω ένα χαμόγελο κολλημένο στο πρόσωπο μου, σηκώνω τα χέρια ψηλά παραδομένος στο μεγαλείο της στιγμής και της φύσης. Στην σύγχρονη εποχή έχουν εφευρεθεί μηχανήματα καταγραφής και αναμετάδοσης σχεδόν για τα πάντα, όχι όμως για τα συναισθήματα, κανείς δεν μπορεί να σου μεταφέρει την διαδρομή τους, την πτώση και την κορύφωση τους.

Μπορεί να μην πραγματοποιήσαμε την Haute Route αλλά ολοκληρώσαμε ένα κυκλικό ski trip«πέντε αστέρων» ξεκινώντας και επιστρέφοντας στο Chamonix.

Από τα πρώτα λεπτά της γέννησης ενός ανθρώπου υπάρχει μια προδιαγεγραμμένη πορεία, η πορεία της εξέλιξης και της ανακάλυψης. Η ενστικτώδης επιθυμία του ανθρώπου για εξερεύνηση του αγνώστου No Matter What! ..που λένε και στο χωριό μου. Θέλουμε να δούμε, να εξερευνήσουμε, διψάμε να αγγίξουμε το άπιαστο στα βάθη των ωκεανών, στις κορυφές του κόσμου. Όταν ήμουν μικρό παιδί έβλεπα εικόνες από τους μεγάλους εξερευνητές να παλεύουν με τα φυσικά φαινόμενα, να παλεύουν με τα ανθρώπινα όρια για να κατακτήσουν λίγο ακόμη.. Η καρδιά μου χτυπούσε πιο δυνατά εκείνες ακριβώς τις στιγμές, ήξερα ότι οι θάλασσες και τα όρη με καλούν. Μέσα στα σακίδια μας χωράνε μόνο τα απαραίτητα για την επιβίωση, αυτό είναι αρκετό για να κάνει τα όρια πιο διακριτά και τον στόχο πιο μοναδικό. Υπάρχει μια σιγουριά στους ανθρώπους του βουνού, βρίσκοντας τα βήματα σου για την κορυφή, βρίσκεις τα βήματα σου για τη ζωή. Υπάρχει μόνο ένας τρόπος, βγες εκεί έξω, ζήσεκαι αγκάλιασε την πρόκληση

By YANNIS KOTILEAS

Επιμέλεια κειμένου:

Αγγέλα Δρακούλα, Κλεομένης Κουφαλιώτης

Next
Next

Helmos Mountain Festival 2023